Σορέντο

Σορέντο
(Sorrento). Πόλη της Ιταλίας στην επαρχία της Νεάπολης, στη βόρεια πλευρά της ομώνυμης χερσονήσου (14.000 κάτ.). Οι σπουδαιότεροι οικονομικοί πόροι για την πόλη προέρχονται από τον τουρισμό, γιατί είναι λουτρόπολη που γειτονεύει με την Πομπηία και το Κάπρι. Πιθανόν να χτίστηκε από Έλληνες άποικους με το όνομα Συρρεντός. Στη ρωμαϊκή εποχή λεγόταν Surrentum. Στην πόλη υπάρχουν ελληνικά και ρωμαϊκά ερείπια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • καμπάνια — I Μακεδονικό βαθύπεδο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των πόλεων της Βέροιας, της Νάουσας και της Έδεσσας, γνωστό και με την ονομασία πεδιάδα της Θεσσαλονίκης. Έχει μήκος 70 χλμ. και πλάτος 55 χλμ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσχωσιγενή… …   Dictionary of Greek

  • καμπανιά — I Μακεδονικό βαθύπεδο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των πόλεων της Βέροιας, της Νάουσας και της Έδεσσας, γνωστό και με την ονομασία πεδιάδα της Θεσσαλονίκης. Έχει μήκος 70 χλμ. και πλάτος 55 χλμ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσχωσιγενή… …   Dictionary of Greek

  • Βεζούβιος — (Vesuvio). Ενεργό ηφαίστειο της Ιταλίας στην Καμπανία, στην πεδιάδα ανατολικά της Νάπολης. Είναι το μοναδικό ενεργό ηφαίστειο της ηπειρωτικής Ευρώπης. Επίσης, είναι ένα από τα λίγα της Γης με περίφραγμα και αποτελεί το πιο αντιπροσωπευτικό τους… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Στσεντρίν — Όνομα τριών Ρώσων καλλιτεχνών. 1. Σεμιόν Φιοντόροβιτς. Ζωγράφος τοπιογράφος (1745 1804). Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Πετρούπολης και στην Ιταλία. Τα τοπία του είναι διαποτισμένα με λεπτή ευαισθησία μπροστά στην ομορφιά της φύσης,… …   Dictionary of Greek

  • Αμάλφι — (Amalfi).Κωμόπολη (5.589 κάτ.) της νότιας Ιταλίας, στη χερσόνησο του Σορέντο, Δ του Σαλέρνο. Μαζί με τις γειτονικές της περιοχές, αποτελεί μια από τις πιο αξιόλογες τουριστικές ζώνες της νότιας Ιταλίας. Κατά τον Μεσαίωνα το Α. ήταν ναυτική… …   Dictionary of Greek

  • Καρλομάνος — (Carloman). Όνομα Ευρωπαίων ηγεμόνων του Μεσαίωνα. 1. Κ. (715 – Βιέννη 754). Βασιλιάς των Φράγκων (741 747). Γιος του Καρόλου Μαρτέλου, διαδέχθηκε τον πατέρα του και συμβασίλευσε με τον αδελφό του, Πεπίνο τον Βραχύ. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας …   Dictionary of Greek

  • Μανιάνι, Άννα — (Anna Magnani, Ρώμη 1908 – 1973). Ιταλίδα ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σύμφωνα με μια μάλλον επινοημένη φήμη, ήταν αιγυπτιακής καταγωγής από τον άγνωστο πατέρα της. Ανατράφηκε από τη γιαγιά της σε μια φτωχογειτονιά της Ρώμης.… …   Dictionary of Greek

  • Ντουκλέρε, Τεόντορο — (Teodoro Duclere, 1816 – 1869). Ιταλός ζωγράφος. Ανήκει στην ομάδα των ζωγράφων της Νάπολης, τη γνωστή κυρίως ως ομάδα του Παυσίλυπου. Ειδικεύτηκε κυρίως στις υδατογραφίες οικοδομών και σμηνών από τη ναπολιτάνικη καθημερινή ζωή, την οποία απέδωσε …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”